denature$20039$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

denature$20039$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Denatured; Denature; Denaturant; Denatures; Denaturing; Undenatured; Denaturating; Denaturing agent; Denaturation (disambiguation)

denature      
v. αλλοιώνω την φύση, κάνω ακατάλληλο προς πόση, κάνω ακατάλληλο προς βρώση

Ορισμός

denature
[di:'ne?t??]
¦ verb
1. take away or alter the natural qualities of.
2. make (alcohol) unfit for drinking by adding toxic or foul-tasting substances.
Derivatives
denaturant noun
denaturation noun

Βικιπαίδεια

Denaturation

Denaturation may refer to:

  • Denaturation (biochemistry), a structural change in macromolecules caused by extreme conditions
  • Denaturation (fissile materials), transforming fissile materials so that they cannot be used in nuclear weapons
  • Denaturation (food), intentional adulteration of food or drink rendering it unfit for consumption while remaining suitable for other uses